Αναζητήστε στην Πύλη

Σύνθετη αναζήτηση
 
Αρχική 28 Μαρτίου 2024
Πολιτισμός Θρησκεία Μνημεία Ορθόδοξα Χριστιανικά Ανατολική Μακεδονία και Θράκη Νομός Καβάλας Δήμος Φιλίππων

’ποψη αρχαιολογικού χώρου

Ήχοι - Βίντεο
Δεν υπάρχουν αρχεία ήχου και βίντεο.

Σχετικοί Σύνδεσμοι
Δεν υπάρχουν σχετικοί σύνδεσμοι.

’λλα Αρχεία
Δεν υπάρχουν αρχεία.
Συντεταγμένες Στοιχείου
Δεν έχουν καταχωρηθεί.       
ΘΕΜΑΤΙΚΕΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ
Αρμενικά
Ρωμαιοκαθολικά
Εβραϊκά
Μουσουλμανικά
Ορθόδοξα Χριστιανικά
ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΕΣ ΤΟΠΟΘΕΣΙΕΣ
Ανατολική Μακεδονία και Θράκη
Δήμος Αβδήρων
Δήμος Αλεξανδρούπολης
Δήμος Βιστωνίδος
Δήμος Διδυμοτείχου
Δήμος Δοξάτου
Δήμος Δράμας
Δήμος Θάσου
Δήμος Κάτω Νευροκοπίου
Δήμος Κομοτηνής
Δήμος Μαρωνείας
Δήμος Ξάνθης
Δήμος Προσοτσάνης
Δήμος Σαμοθράκης
Δήμος Σαπών
Δήμος Σουφλίου
Δήμος Σταυρούπολης
Δήμος Σώστου
Δήμος Φερών
Δήμος Φιλίππων
Νομός Δράμας
Νομός Έβρου
Νομός Ροδόπης
Ορθόδοξα Χριστιανικά: ΥΠΟΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ Ολες οι κατηγορίες
Δεν υπάρχουν υποκατηγορίες στη Θεματική Κατηγορία που επιλέξατε.

18/06/2007
Φίλιπποι

Γεώργιος Τσιγάρας
Πηγή: Ι.Π.Ε.Τ.
© Περιφέρεια Ανατολικής Μακεδονίας – Θράκης
προεπισκόπηση εκτύπωσης

Θέση: Ο αρχαιολογικός χώρος των Φιλίππων βρίσκεται στο μέσον περίπου της οδού Καβάλας-Δράμας, δίπλα στο χωριό Κρηνίδες και απέχει 15 χιλιόμετρα από την Καβάλα και 21 από τη Δράμα. Στο χώρο του δυτικού νεκροταφείου η Μητρόπολη Φιλίππων Νεαπόλεως και Θάσου, που εδρεύει στην Καβάλα, έχει ανοικοδομήσει σύγχρονο ναό, το Βαπτιστήριο της Αγίας Λυδίας, της πρώτης χριστιανής στην Ευρώπη.

Ιστορία: Οργανωμένη ζωή στους Φιλίππους αναφέρεται διαπιστώνεται από την προϊστορική εποχή. Αργότερα, το έτος 360 π.Χ., Θάσιοι ίδρυσαν αποικία στις Κρηνίδες, οι οποίοι αργότερα ζήτησαν τη βοήθεια από τον βασιλιά των Μακεδόνων Φίλιππο Β’, οπότε και εγκαταστάθηκαν στην πόλη μακεδόνες άποικοι, οι οποίοι την μετονόμασαν σε Φιλίππους.
Κατά την ρωμαϊκή περίοδο την πόλη διασχίζει η περίφημη «Εγνατία» οδός, οπότε οι Φίλιπποι αποκτούν σπουδαιότητα. Το έτος 42 π.Χ. δόθηκε έξω από τα δυτικά τείχη μεγάλη μάχη μεταξύ του Βρούτου και Κάσσιου και του Οκταβιανού και Αντωνίου, οπότε με την ήττα των δηκορατικών στη μάχη αυτή δόθηκε τέλος στη δημοκρατία της Ρώμης.
Η επίσκεψη του Αποστόλου Παύλου στους Φιλίππους, σύμφωνα με το χωρίο: διαβάς είς Μακεδονίαν βοήθησον ημίν, για να κηρύξει το ευαγγέλιο του Χριστού αποτελεί σημαντικό σταθμό στην ιστορία της πόλης. Ο Απόστολος, συνοδευόμενος από τους μαθητές του Σίλα, Τιμόθεο και πιθανώς τον Λουκά, βάπτισε στον ποταμό Γαγγίτη την Λυδία και ίδρυσε εδώ την πρώτη χριστιανική εκκλησία της Ευρώπης. Στο βιβλίο των Πράξεων των Αποστόλων αναφέρεται ότι εδώ φυλακίστηκε ο απόστολος Παύλος με τη συνοδεία του σε μια δεξαμενή νερού της ρωμαϊκής περιόδου. Αργότερα ο τόπος της φυλάκισής του μετατράπηκε από τους χριστιανούς κατοίκους της περιοχής σε λατρευτικό χώρο. Στην προς Φιλιππησίους επιστολή του αποστόλου Παύλου φαίνονται οι δεσμοί που ανέπτυξε ο Απόστολος των Εθνών με τους χριστιανούς κατοίκους της πόλης.
Με την επικράτηση του Χριστιανισμού και την μεταφορά της πρωτεύουσας από τη Ρώμη στην Κωνσταντινούπολη (4ος αιώνας) οι Φίλιπποι ξαναβρίσκουν τον ελληνικό τους χαρακτήρα και, σύμφωνα με τα ευρήματα, οι κάτοικοί της έχουν υψηλό βιοτικό επίπεδο. Τα δημόσια οικοδομήματα διαδέχονται οι χριστιανικοί ναοί και η πόλη, όπως έχει λεχθεί, μετατρέπεται σε κέντρο χριστιανικής λατρείας. Στους Φιλίππους έχουν βρεθεί ένας μεγάλος Οκταγωνικός μητροπολιτικός ναός, τρεις μεγάλες παλαιοχριστιανικές βασιλικές (5ος-6ος αιώνας), ενώ έξω από τα τείχη βρέθηκε κοιμητήριο και μια τρίκλιτη κοιμητηριακή βασιλική (4ος αιώνας).
Σημάδια παρακμής των Φιλίππων παρατηρούνται στα τέλη του 6ου και τις αρχές του 7ου αιώνα. Τα οικοδομήματα της υστερορωμαϊκής και παλαιοχριστιανικής περιόδου άρχισαν να καταστρέφονται από τους σεισμούς χωρίς να υπάρχει δυνατότητα αποκατάστασής τους. Επιπρόσθετα, οι επιδρομές των Σλάβων επέτειναν την παρακμή της πόλης. Οι κάτοικοι μετακινούνται και από τις αρχές του 7ου αιώνα οι Φίλιπποι παύουν πλέον να αποτελούν το θρησκευτικό και διοικητικό κέντρο της περιοχής.χάνουν τόν
Τον 14ο αιώνα οι Οθωμανοί καταλαμβάνουν τους Φιλίππους και σιγά-σιγά η περιοχή ερημώνει, κατά πάσα πιθανότητα λόγω της ύπαρξης των ελών, τα γνωστά τενάγη των Φιλίππων. Σύμφωνα με περιγραφές των περιηγητών, από τον 16ο αιώνα και εξής οι Φίλιπποι παραμένουν έρημοι.
Στις αρχές του 20ού αιώνα οι Φίλιπποι, ο σημαντικότερος αρχαιολογικός χώρος των ρωμαϊκών και παλαιοχριστιανικών χρόνων στην Βόρεια Ελλάδα, κίνησαν το ενδιαφέρον Ελλήνων και ξένων αρχαιολόγων, οι οποίοι άρχισαν τις ανασκαφές που συνεχίζονται μέχρι σήμερα και έχουν άποκαλύψει σημαντικά στοιχεία της ιστορίας της περιοχής.

Τα Μνημεία:
Η Βασιλική Α’ βρίσκεται πάνω από το δρόμο και απέναντι από το Forum. Είναι μια τρίκλιτη ξυλόστεγη βασιλική με εγκάρσιο κλίτος και έχει διαστάσεις 130Χ50 μ., μαζί με τα προσκίσματα. Πρέπει να κτίστηκε, σύμφωνα με την άποψη του P. Lemerle, γύρω στο 500 μ.Χ. Σύμφωνα με τον ίδιο, η βασιλική θα πρέπει να καταστράφηκε περίπου 50 χρόνια αργότερα και συνδυάζεται με την ίδρυση της Βασιλικής Β’. Για τη χρονολογία της καταστροφής έχουν διατυπωθεί αρκετές επιφυλάξεις από τους νεώτερους αρχαιολόγους.
Από το Forum και μέσα από ένα ημικυκλικό και μνημειακό πρόπυλο περνά κανείς με κλίμακες σε μια περίστυλη αυλή και από εκεί στο χώρο της βασιλικής. Στη δυτική πλευρά της αυλής βρίσκονται βοηθητικοί χώροι και στην ανατολική μικρό παρεκκλήσιο. Από την αυλή οδηγείται κανείς στο αίθριο, όπου υπάρχει στα δυτικά μια διώροφη και πλούσια διακοσμημένη κρήνη. Στον τοίχο δυτικά της κρήνης ανοίγονται πέντε κόγχες, από τις οποίες η μεσαία ήταν μεγαλύτερη. Την κόγχη αυτή χρησιμοποιούσε, κατά τους ανασκαφείς, ο επίσκοπος ως εξέδρα.
Η πρόσβαση στο νάρθηκα γινόταν από τρεις εισόδους. Το δάπεδο του νάρθηκα ήταν στρωμένο με πλάκες και στους τοίχους υπήρχε ορθομαρμάρωση. Στη βορειοδυτική γωνία του νάρθηκα το κλιμακοστάσιο οδηγεί στον γυναικωνίτη, ενώ δίπλα βρισκόταν κατά πάσα πιθανότητα το Βαπτιστήριο. Στον δυτικό τοίχο του πρώτου από τους τρεις χώρους του Βαπτιστηρίου σώζονται τοιχογραφίες που μιμούνται ορθομαρμάρωση. Στο δεύτερο χώρο του βαπτιστηρίου τελούνταν οι βαπτίσεις, πιθανότατα σε κινητή κολυμβύθρα, αφού δεν βρέθηκε μια μόνιμη. Ανατολικά υπάρχει ένας ακόμη τρίτος χώρος με αψίδα, που διακοσμείται με τοιχογραφίες που μιμούνται ορθομαρμάρωση.
Η πρόσβαση από τον νάρθηκα στον κυρίως ναό γίνεται από τρεις εισόδους. Στο κέντρο υπάρχει τρίβηλο, ενώ οι δύο άλλες είσοδοι είναι απλές. Ο ναός έχει σχήμα Τ, αφού οι κιονοστοιχίες κάμπτονται σε ορθή γωνία προς τα βόρεια και νότια. Την κάμψη αυτή ακολουθούν και οι εξωτερικοί τοίχοι. Το δάπεδο του κυρίως ναού ήταν στρωμένο με μάρμαρα. Στο μεσαίο κλίτος διατηρούνται τμήματα του άμβωνα, ενώ ο χώρος του πρεσβυτερίου περικλειόταν από το τέμπλο. Οι ανασκαφείς διέκριναν ίχνη από την Αγία Τράπεζα, το σκάμμα του εγκαινίου και τα έδρανα του πρεσβυτερίου.

Ενδιαφέρον παρουσιάζει η λεγόμενη φυλακή του Αποστόλου Παύλου, που βρίσκεται στη νοτιοδυτική γωνία του αιθρίου της Βασιλικής Α’. Είναι μία δεξαμενή της ρωμαϊκής εποχής με δύο χώρους, που διαμορφώθηκε σε παρεκκλήσιο. Το παρεκκλήσιο αυτό θεωρείται σήμερα ότι ιδρύθηκε μετά την διακοπή της λειτουργίας της Βασιλικής, δηλαδή μετά τον 7ο-8ο αιώνα. Στη δυτική πλευρά του υπάρχει ημικυκλική κόγχη, μπροστά στην οποία βρίσκεται μαρμάρινη λεκάνη, στην οποία έρεε νερό.
Στον ανατολικό τοίχο του παρεκκλησίου σώζονται υπολείμματα τοιχογραφιών, στις οποίες απεικονίζεται ο Χριστός ανάμεσα σε αγγέλους ή αγίους. Αναφέρεται ότι μέχρι τα τέλη του 19ου αιώνα σώζονταν τοιχογραφίες από το εικονογραφικό πρόγραμμα του βίου του Αποστόλου Παύλου.

Η Βασιλική Β’ βρίσκεται νότια της ρωμαϊκής Αγοράς. Κτίστηκε γύρω στα μέσα του 6ου αιώνα και πρέπει να καταστράφηκε από σεισμό, πριν ακόμη ολοκληρωθεί η κατασκευή της.
Από αρχιτεκτονική άποψη το μνημείο ανήκει στον τύπο της βασιλικής με τρούλο. Έξι κίονες χώριζαν τον κυρίως ναός σε τρία κλίτη, ενώ το μεσαίο κλίτος ήταν καμαροσκέπαστο.
Βορειοανατολικά και νοτιοανατολικά της βασιλικής βρίσκονται δύο προκτίσματα με κόγχη στα ανατολικά. Το πρώτο, στα βορειοανατολικά πρέπει να λειτουργούσε ως Βαπτιστήριο, ενώ ο χώρος δυτικά του πρέπει να ήταν η φιάλη του ναού. Το δεύτερο, στα νοτιοανατολικά πρέπει να ήταν το Διακονικό, το οποίο αργότερα μετατράπηκε σε παρεκκλήσιο.
Πέντε είσοδοι οδηγούν στο εσωτερικό του νάρθηκα, δύο στους πλάγιους τοίχους και τρεις στο δυτικό, ενώ η πρόσβαση από τον νάρθηκα στον κυρίως ναό γινόταν με τρεις εισόδους. Ανατολικά και μπροστά στην κεντρική είσοδο σώζεται ημικυκλική αψίδα, η οποία μαζί με τον νάρθηκα του μνημείου ανήκουν σε μικρό ναό, η ίδρυση του οποίου τοποθετείται από τον ανασκαφέα γύρω στον 9ο-10ο αιώνα.
Κατά τους ανασκαφείς ο τρούλος κατέπεσε λίγα χρόνια μετὰ την κατασκευή του, πριν ακόμη αποπερατωθεί το μνημείο, στοιχείο, που αν συνδυαστεί με παρόμοια γεγονότα σε άλλα μνημεία της περιόδου αυτής, οδηγεί στο συμπέρασμα ότι δεν είχαν λυθεί κατασκευαστικά προβλήματα στη στέγαση τετραγώνων με τρούλο.
Έχει βάσιμα διατυπωθεί η άποψη ότι η λιθοδομή με τις παράλληλες ζώνες πλινθοδομής στην τοιχοδομία αποτελούν χαρακτηριστικό της Ιουστινιάνειας περιόδου (527-565 μ.Χ.).
Ενδιαφέρον παρουσιάζει ο γλυπτός διάκοσμος του ναού που έχει σήμερα σωθεί. Τα λεβητοειδή κιονόκρανα και άλλα αρχιτεκτονικά μέλη φέρουν εξαιρετική διακόσμηση από λεπτοδουλεμένα φύλλα ακάνθου, η κατασκευή των οποίων σχετίζεται με εργαστήρια της Κωνσταντινούπολης.
Στο χώρο της Βασιλικής βρέθηκαν πρωτοβουλγαρικές επιγραφές στην ελληνική γλώσσα, οι οποίες αναφέρουν επιδρομή Βουλγάρων κατά το 837, και κατά τους αρχαιολόγους έχουν μεταφερθεί στο χώρο της βασιλικής από άλλο μέρος.

Σε χώρο 12 περίπου στρεμμάτων, ανατολικά της Ρωμαϊκής Αγοράς, βρίσκεται το συγκρότημα του Οκταγώνου. Πρόκειται για ένα μοναδικό από αρχιτεκτονική άποψη μνημείο, το οποίο πρέπει να ιδρύθηκε σε χώρο, όπου, κατά τους ανασκαφείς, είναι πρόδηλο ότι συνέβη κάποιο σημαντικό γεγονός. Ο ναός λειτουργούσε ως Μητροπολιτικός, αφιερωμένος στη μνήμη του Αποστόλου Παύλου.
Μια ψηφιδωτή κτητορική επιγραφή στο δάπεδο μας πληροφορεί ότι ο πρώτος μικρός ναός των Φιλίππων, αφιερωμένος στον Απόστολο Παύλο, ανοικοδομήθηκε στα 312-343 μ.Χ. Η ενδιαφέρουσα αυτή επιγραφή διακοσμείται με παραστάσεις πτηνών, δένδρων και με γεωμετρικά σχέδια. Το ψηφιδωτό δάπεδο αφιερώθηκε από τον επίσκοπο Πορφύριο, σύμφωνα με την επιγραφή.
Γύρω στα 400 μ.Χ. ο μικρός ναός αντικαταστάθηκε με των μεγάλων διαστάσεων οκταγωνικό ναό, ο οποίος διατηρήθηκε μέχρι τις αρχές του 7ου αιώνα.
Το Οκτάγωνο εξωτερικά είναι τετράγωνο και εσωτερικά οκτάπλευρο με την αψίδα του Ιερού Βήματος στα ανατολικά. Στο εσωτερικό του η κιονοστοιχία έβαινε στ οκτάπλευρο στυλοβάτη και υποβάσταζε τα υπερώα και τον τρούλο. Στο ναό υπήρχαν δύο άμβωνες. Μια τρίκλιτη στοά, της οποίας το πρόπυλο έβγαινε στην «Εγνατία» οδό, οδηγούσε στον νάρθηκα.δυτικά τη τρίκλιτης στοάς και του νάρθηκα βρίσκονται δωμάτια, ξενώνες και πλούσια διακοσμημένη αυλή, η οποία επικοινωνούσε με την Εμπορική οδό.
Από τα προκτίσματά του αναφέρονται η φιάλη, το τριμερές βαπτιστήριο, η πρόθεση και το διακονικό που αναπτύχθηκαν γύρω από τον ελληνιστικό τάφο, ο οποίος αποτέλεσε τον πυρήνα των λατρευτικών χώρων της χριστιανικής περιόδου. Είναι ενδιαφέρον ότι δίπλα από το δωμάτιο αυτό υπάρχει μία μαρμάρινη σρακοφάγος από την οποία ανέβλυζε μύρο και που περιείχε λείψανα μάρτυρα ή, σύμφωνα με τις απόψεις των ανασκαφέων, ακόμη και αυτού του αποστόλου Παύλου.
Ιδιαίτερη μνεία γίνεται για το εντυπωσιακό Βαπτιστήριο που βρίσκεται βόρεια της φιάλης και του μακεδονικού τάφου και αποτελεί μέρος του Οκταγώνου. Αποτελείται από το αποδυτήριο, το κατηχουμενείο, το φωτιστήριο και το χρισμάριο. Στο φωτιστήριο, τον κυρίως χώρο του, σώζεται σταυρόσχημη κτιστή κολυμβήθρα, στην οποία από δύο κτιστές βαθμίδες κατέβαινε ο κατηχούμενος για να βαπτισθεί.
Η λειτουργία του τοποθετείται ανάμεσα στο χρονικό διάστημα από την ίδρυσή του στις αρχές του 5ου αιώνα μέχρι το πρώτο μισό του 7ου αιώνα μ.Χ., οπότε, λόγω των καταστροφών που υπέστη το μνημείο από το μεγάλο σεισμό σταμάτησε η λειτουργία του Οκταγώνου.

Η Βασιλική Γ’ βρίσκεται δυτικά της Βασιλικής Α’, είναι τρίκλιτη με εγκάρσιο κλίτος, υπερώο, αίθριο και προσκτίσματα. Στην οικοδομική ιστορία του μνημείου διακρίνονται δύο φάσεις: στην πρώτη, που τοποθετείται στο πρώτο τέταρτο του 6ου αιώνα δεν υπήρχε το εγκάρσιο κλίτος, ενώ μία αίθουσα που χρησίμευσε αργότερα ως προθάλαμος βρισκόταν στα βόρεια. Όμως σε επόμενη φάση που τοποθετείται μετά τα μέσα του 6ου αιώνα δημιουργήθηκε το εγκάρσιο κλίτος, υψώθηκε το φράγμα του πρεσβυτερίου, κτίστηκαν πλάγια σύνθρονα και προστέθηκε και δεύτερος κτιστός άμβωνας, ο τελευταίος επάνω στο φράγμα του πρεσβυτερίου. Στο μεσαίο κλίτος του ναού υπήρχε και άλλος άμβωνας μεγαλύτερων διαστάσεων σε σχήμα ριπιδίου. Η ύπαρξη δύο αμβώνων στο ναό αποδίδεται από τους αρχαιολόγους σε ιδιομορφία που σχετίζεται με επίσκοπο της πόλης.
Κατά την ανασκαφέα, στο μνημείο υπήρχε και δεύτερος όροφος και το δυτικό τμήμα του μνημείου χρησιμοποιήθηκε ως Επισκοπείο.
Κατά το πρώτο μισό του 7ου αιώνα το μνημείο καταστράφηκε από σεισμό. Σώθηκαν όμως τα βόρεια προκτίσματα. Λόγω του γεγονότος αυτού οι λατρευτικές πράξεις μεταφέρθηκαν στο βαπτιστήριο, το οποίο μετράπηκε σε ναΐδριο. Στο νάρθηκα και γύρω από το ναό, η λειτουργία του οποίου πιστοποιείται μέχρι τον 11ο και 12ο αιώνα.

Η έξω των τειχών Βασιλική βρίσκεται δίπλα στο πάρκο του χωριού Κρηνίδες, είναι τρίκλιτη με υπερώο, τετράστωο αίθριο, τριμερή νάρθηκα και προσκτίσματα.
Στο μνημείο διακρίνονται τρεις οικοδομικές φάσεις: Κατά την πρώτη φάση οι κίονες ήταν τοποθετημένοι σε μαρμάρινα βάθρα και έφθαναν μέχρι τον ανατολικό τοίχο του ναού. Η ημικυκλική αψίδα του ναού έφερε εξωτερικά τρεις αντηρίδες και εσωτερικά υπήρχε σύνθρονο. Στο μέσο περίπου του μεσαίου κλίτους βρισκόταν ο άμβωνας, ο οποίος είχε δύο κλίμακες. Στη δεύτερη φάση το μνημείο αποκτά εγκάρσιο κλίτος και το δάπεδο του κεντρικού κλίτους και του νάρθηκα διακοσμείται με ψηφιδωτά με γεωμετρικά σχέδια, ζωϊκές και φυτικές παραστάσεις. Στους τοίχους υπήρχαν μωσαϊκά και ορθομαρμάρωση. Μετά την καταστροφή της Βασιλικής (7ος ή 9ος αιώνας) στο χώρο του Ιερού Βήματος κτίστηκε μονόχωρος ναός, για την ανοικοδόμηση του οποίου χρησιμοποιήθηκαν ως οικοδομικά υλικά αρχιτεκτονικά μέλη και γλυπτά του μνημείου.
Ανοικοδομήθηκε, σύμφωνα με νομίσματα και επιγραφές που βρέθηκαν στο χώρο, το πρώτο μισό του 4ου αιώνα. Ο ναός καταστράφηκε το έτος 473 μ.Χ. από τους Οστρογότθους κατά την πολιορκία των Φιλίππων, ενώ η οριστική του καταστροφή θα πρέπει να τοποθετηθεί στο πρώτο μισό του 7ου αιώνα λόγω ισχυρού σεισμού, ή τον 9ο αιώνα από τους Βουλγάρους, όταν αυτοί κατέλαβαν τους Φιλίππους.
Πρόκειται για κοιμητηριακό ναό, αφού γύρω του, κάτω από το δάπεδο των κλιτών, του νάρθηκα και των προκτισμάτων βρέθηκαν πολλοί κιβωτιόσχημοι και καμαρωτοί τάφοι προφανώς κληρικών με επιτύμβιες επιγραφές και τοιχογραφικό διάκοσμο.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ: F. DVORNIK, Deux inscriptions grécobulgares de Philippes, Bulletin de Correspondance Hellénique 52 (1928)• P. COLLART, Philippes, ville de Macédoine depuis des origins jusqu’ à la fin de l’ époque romaine, Paris 1937• P LEMERLE, Philippes et la Macédoine orientale à l’ époque chrétienne et Byzantine, Paris 1945• ΣΤ. ΠΕΛΕΚΑΝΙΔΗΣ, Η έξω των τειχών παλαιοχριστιανική βασιλική των Φιλίππων, Αρχαιολογική Εφημερίς (1955)• Δ. ΛΑΖΑΡΙΔΗΣ, Οι Φίλιπποι, Θεσσαλονίκη 1956• D. PALLAS, Une petite recherche dans le diaconicon de la basilique, Byzantinische Zeitschrift 53 (1960)• ΣΤ. ΠΕΛΕΚΑΝΙΔΗΣ, Η έξω των τειχών παλαιοχριστιανική βασιλική των Φιλίππων, Αρχαιολογική Εφημερίς 1955 (1961)• ST. PELEKANIDIS, Excavations in Philippi, Balkan Studies 8 (1967)• ST. PELEKANIDIS, Kultprobleme in Apostel Paulus-Oktagon von Philippi in Zusammenhang mit einem älteren Heroenkult, Atti del IX Congresso Internationale di Archeologia Christiana, Roma 1978• D. PALLAS, Les monuments paléochretiens en Grèce de 1959 à 1973, Roma 1977• Ε. ΚΟΥΡΚΟΥΤΙΔΟΥ-ΝΙΚΟΛΑΪΔΟΥ, Χρονικά, Αρχαιολογικόν Δελτίον 32 (1977)• ΣΤ. ΠΕΛΕΚΑΝΙΔΗΣ, Ανασκαφή Οκταγώνου Φιλίππων, Πρακτικά Αρχαιολογικής Εταιρείας τόμοι 1958-1979• ΣΤ. ΠΕΛΕΚΑΝΙΔΗΣ, Οι Φίλιπποι και τα χριστιανικά μνημεία τους, Μακεδονία-Θεσσαλονίκη, Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών, Θεσσαλονίκη 1980• ΣΤ. ΠΕΛΕΚΑΝΙΔΗΣ, Συμπεράσματα από την ανασκαφή του Οκταγώνου των Φιλίππων σχετικά με τα μνημεία και την τοπογραφία της πόλης, Η Καβάλα και η περιοχή της, Α’ Τοπικό Συμπόσιο, Καβάλα 1980• E. ΠΕΛΕΚΑΝΙΔΟΥ, Η κατά την παράδοση Φυλακή του Αποστόλου Παύλου στους Φιλίππους, Η Καβάλα και η περιοχή της, Α’ Τοπικό Συμπόσιο, Καβάλα 1980• Χ. ΜΠΑΚΙΡΤΖΗΣ, Η ημέρα μετά την καταστροφή στους Φιλίππους, Η καθημερινή ζωή στο Βυζάντιο, Πρακτικά Α’ Διεθνούς Συνεδρίου (Αθήνα 15-17 Σεπτεμβρίου 1988), Αθήνα 1989• Ε. ΠΕΛΕΚΑΝΙΔΟΥ –Α. ΜΕΝΤΖΟΣ, Οκτάγωνο Φιλίππων. Πρώτα συμπεράσματα μετά τις νεότερες έρευνες. Μνήμη Δ. λαζαρίδη, Πόλις και Χώρα στην αρχαία Μακεδονία και Θράκη, Θεσσαλονίκη 1990• Γ. ΓΟΥΝΑΡΗΣ, Το Βαλανείο και τα βόρεια προσκτίσματα του Οκταγώνου των Φιλίππων, Θεσσαλονίκη 1990• A. AVRAMEA, Philippi, Tabula Imperii Romani, Αθήνα 1993• Χ. ΚΟΥΚΟΥΛΗ-ΧΡΥΣΑΝΘΑΚΗ – Χ. ΜΠΑΚΙΡΤΖΗΣ, Φίλιπποι, Αθήνα 1995• Γ. ΒΕΛΕΝΗΣ, Η Βασιλική Β’ των Φιλίππων στο πλαίσιο της ιουστιάνειας αρχιτεκτονικής, Πρακτικά της Ακαδημίας Αθηνών 77 (2002)• Γ. ΓΟΥΝΑΡΗΣ – Ε. ΓΟΥΝΑΡΗ, Φίλιπποι, Αρχαιολογικός Οδηγός, Θεσσαλονίκη 2004• S. PROVOST, Παρατηρήσεις στην τοπογραφία των Φιλίππων κατά τη βυζαντινή εποχή (10ος – 14ος αιώνας), Η Καβάλα και τα Βαλκάνια από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα, Πρακτικά Α’ Διεθνούς Συνεδρίου Βαλκανικών Ιστορικών Σπουδών, 20-23 Σεπτεμβρίου 2001, Τόμ. Α’, Καβάλα 2004.