23/03/2007
Τουριστικοί Προορισμοί Δήμου Διδυμοτείχου
Ο Δήμος Διδυμότειχου ανήκει στον Ν. Έβρου και έχει έδρα το Διδυμότειχο, πόλη χτισμένη στις πλαγιές ενός λόφου σε απόσταση 2,5 χλμ από την Τουρκία και διαρρέεται από τον παραπόταμο του Έβρου, Ερυθροπόταμο. Οι κάτοικοί του, όπως και όλης της περιοχής, ασχολούνται κυρίως με τη γεωργία και την κτηνοτροφία. Τα εύφορα εδάφη της περιοχής παράγουν δημητριακά, όσπρια, τεύτλα, ηλιόσπορα και σκόρδα. Στις ημιορεινές περιοχές ακμάζει η κτηνοτροφία, κυρίως η αγελαδοτροφία, και παράγονται μεγάλες ποσότητες κρέατος, βουτύρου και γιαουρτιού.
Η περιοχή του Ερυθροποτάμου αποτελείται από τις περιοχές που ανήκουν στους δύο Δήμους, Διδυμοτείχου και Μεταξάδων. Κατέχει το κεντρικό τμήμα του Ν. Έβρου και συνορεύει προς βορρά με τους Δήμους Ορεστιάδας και Κυπρίνου, προς το νότο με το Δήμο Ορφέα, προς ανατολικά με τη Τουρκία και προς δυτικά με τη Βουλγαρία.
Η περιοχή παρουσιάζει μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα ιστορική πορεία, που ξεκινά από τη νεολιθική εποχή για να συνεχίσει χωρίς διακοπή καθ’ όλη την αρχαιότητα. Κατά τους ρωμαϊκούς και βυζαντινούς χρόνους ενισχύονται γνωστές πόλεις όπως η Πλωτινούπολη και το Διδυμότειχο, αλλά και άγνωστες όπως η μεγάλη Ρωμαϊκή πόλη στη Δόξα Μεταξάδων.
Ιδιαίτερα κατά τους βυζαντινούς χρόνους η πολλαπλή σχέση και επιρροή της Κων/πόλης θέτει τη σφραγίδα της στην περιοχή και μάλιστα στο Διδυμότειχο, που έγινε δύο φορές έδρα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας και πρώτη πρωτεύουσα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στην Ευρώπη. Κατά την Τουρκοκρατία η περιοχή αναπτύσσει έναν αξιόλογο πολιτισμό, που φθάνει στις αρχές του αιώνα μας. Έδρα της περιοχής, ιστορική, οικονομική και πολιτισμική, αποτελεί το Διδυμότειχο, στο οποίο είναι συγκεντρωμένο και το μεγαλύτερο μέρος της πολιτιστικής κληρονομιάς.
Κατά τους βυζαντινούς χρόνους λόγω του ισχυρότατου οχυρωματικού περιβόλου που την περιέβαλε, έγινε η πρωτεύουσα του Βυζαντινού κράτους και έδρα των Αυτοκρατόρων Ιωάννη του Γ’ Παλαιολόγου και του Ιωάννη του ΣΤ’ Καντακουζηνού. Σήμερα το κάστρο διατηρείται στο μεγαλύτερο μήκος του με τους 24 πύργους του, κάποιοι από τους οποίους φέρουν μονογράμματα βυζαντινών προσωπικοτήτων. Ακόμη μπορεί κανείς να επισκεφτεί τους μικρούς ναούς και τα αυτοκρατορικά παρεκκλήσια. Στο μεταβυζαντινό ναό του Χριστού Σωτήρος, ο επισκέπτης μπορεί να προσκυνήσει τη θαυματουργή αμφιπρόσωπη εικόνα της Βρεφοκρατούσας Θεοτόκου «Δυμοτειχίτισσας» με τη σταύρωση στην οπίσθια όψη, ένα αυτοκρατορικό δώρο προς την πόλη, όπως επίσης και την έξοχη υστεροβυζαντινή εικόνα του Χριστού Παντοκράτορα. Εξαιρετικό ενδιαφέρον παρουσιάζουν και οι εκατοντάδες των τεχνιτών λαξευμένων στο βράχο σπηλαίων, τα οποία είχαν διαμορφωθεί από τους ίδιους τους Βυζαντινούς του κάστρου ςς βοηθητικά τμήματα των κατοίκων τους.
Ανάμεσα στα μνημεία της περιόδου που ήταν πρωτεύουσα του Οθωμανικού κράτους, μετά την κατάληψή της από του Οθωμανούς το 1361, είναι και το επιβλητικό Μεγάλο Τέμενος, γνωστό ως Τέμενος του Σουλτάνου Βαγιαζήτ του Κεραυνού, που χτίστηκε τον 15ο αιώνα. Την ίδια εποχή κτίστηκαν τα αρχαιότερα Οθωμανικά Λουτρά, τα «Λουτρά των Ψιθύρων», που σώζονται μέχρι σήμερα. Εντυπωσιάζει ακόμη το Μαυσωλείο του Ορούτς Πασά. Η μεταβυζαντινή πόλη ακόμη διατηρείται, 49 κτίρια έχουν κηρυχθεί ως μνημεία Τέχνης και υπόκεινται σε καθεστώς προστασίας.
Στα τέλη Αυγούστου και για 2 εβδομάδες φοιτητές και καθηγητές Σχολών Καλών Τεχνών, δημιουργούν και εκθέτουν στο ευρύ κοινό τη δουλειά τους. Κάθε χρόνο επίσης αναβιώνει το έθιμο του Κιοπέκ- Μπέη τις Αποκριές, τα Ελευθέρια του Διδυμότειχου (δεκαήμερο πολιτιστικών εκδηλώσεων), οι γιορτές του Κάστρου (το πρώτο μισό του Αυγούστου), οι εορτές του Προφήτη Ηλία και Κων/νου και Ελένης στους Μεταξάδες (με σειρά αναβιώσεων παραδοσιακών δρώμενων.
|