![]()
Χαρακτηριστικό του ξύλου στο μεγαλύτερο τμήμα του νησιωτικού χώρου του Αιγαίου και της Κύπρου ήταν η σπανιότητα. Το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με την απαραίτητη χρήση του στην οικοδομική, την επίπλωση και στα αντικείμενα καθημερινής χρήσης κατά την προβιομηχανική εποχή, εδραίωσε την ανάγκη εύρεσης τρόπων και τεχνικών που θα εξασφάλιζαν την οικονομική χρήση του και θα απέτρεπαν την άσκοπη κατασπατάλησή του. Η πραγματικότητα αυτή επέδρασε στην αρχιτεκτονική φυσιογνωμία των οικισμών, ώθησε στη δημιουργία τεχνικών που αντιμετώπιζαν το ξύλο ως είδος εν ανεπαρκεία, ευνόησε την επινοητικότητα των τεχνιτών, επέτρεψε την αξιοποίηση ειδών ξύλου που θεωρούνταν χαμηλής ή αμφίβολης ποιότητας και σε άλλες περιπτώσεις θα παρέμεναν ανεκμετάλλευτα. Αντίθετα η Θράκη χαρακτηριζόταν ήδη από την αρχαιότητα ακόμη για τον δασικό πλούτο και την αφθονία της ξυλείας της. Η επάρκεια αυτή της πρώτης ύλης, η ύπαρξη σημαντικών αστικών κέντρων και η αγροτική φυσιογνωμία της περιοχής οδήγησαν σε μία αντίστοιχη, με τις δύο άλλες περιοχές, ανάπτυξη της κατεργασίας του ξύλου και διαμόρφωσαν μια ιδιαίτερη φυσιογνωμία στα σχετικά επαγγέλματα, τα οποία χαρακτηρίζονται από σημαντικό αριθμό επαγγελματιών και έντονη εξειδίκευση. Παρά τις τοπικές ιδιαιτερότητες και τις επιμέρους διαφορές, η γενική εικόνα που παρουσιάζουν η Θράκη, το Αιγαίο και η Κύπρος είναι κοινή τόσο ως προς τις βασικές κατηγορίες εργαστηρίων όσο και ως προς το είδος των παραγόμενων από ξύλο προϊόντων. Η συντριπτική πλειοψηφία των εργαστηρίων, που ασκούσαν ή ασκούν επαγγέλματα που σχετίζονται με την κατεργασία του ξύλου με παραδοσιακούς τρόπους, στο Αιγαίο, τη Θράκη και την Κύπρο εντάσσεται στις μικρές επιχειρήσεις, με χειρωνακτική απασχόληση. Η προσωπική συμμετοχή των τεχνιτών στην παραγωγή αποτελεί προϋπόθεση για την επιβίωση και τη λειτουργία τους. Οι κυριότερες κατηγορίες εργαστηρίων που συναντούνται και στις τρεις γεωγραφικές περιοχές είναι:
Για την ξυλογλυπτική ειδικότερα, παρατηρείται πως γνώρισε και γνωρίζει ανάπτυξη και στις τρεις περιοχές. Καθώς είναι τέχνη που υπηρετεί σε μεγάλο βαθμό εκκλησιαστικές ανάγκες, εκφράζει και την κoιvή σε Ελλάδα και Κύπρo βυζαvτιvή παράδoση και τo κoιvό τυπικό της λατρείας. Η τέχvη τoυ ξυλόγλυπτoυ κιvείται παράλληλα σε Ελλάδα και Κύπρo, εvώ τεχvoτρoπία και μoτίβα περvoύv από τηv εκκλησιαστική στηv κoσμική τέχvη, τόσo σε είδη oικιακής χρήσης όσo και στηv παραδoσιακή αρχιτεκτovική. Η καροποιία είναι μία άλλη κατηγορία που γνώριζε μέχρι πρόσφατα σχετικά (όσο δηλ. ήταν ακόμη συχνά τα κάρα), άνθιση κυρίως στη Θράκη και στην Κύπρο, όπου υπήρχαν περιοχές φημισμένες για την κατασκευή κάρων. Η έρευνα στη Θράκη έδειξε πως παράλληλα υπήρχαν και τοπικές ιδιαιτερότητες (π.χ. σχήμα ορισμένων τμημάτων κάρου) που διαφοροποιούν και διακρίνουν τα κάρα από περιοχή σε περιοχή. Η παραγωγή ομοειδών κατηγοριών προϊόντων σε Θράκη, Αιγαίο και Κύπρο
δηλώνει κοινές ανάγκες και παρόμοιες συνθήκες που οδήγησαν σε αντίστοιχη
επεξεργασία του ξύλου. Παρά το κοινό τους σχήμα και χρήση ωστόσο, τα
αντικείμενα αυτά διακρίνονται από περιοχή σε περιοχή από τις τοπικές
τους ονομασίες, οι οποίες μας σώζονται σε αρκετές περιπτώσεις προσφέροντάς
μας μια μικρή γεύση της τοπικής διαλέκτου, ξεχασμένης σήμερα στο μεγαλύτερο
μέρος της. ![]() |