νησιωτικός χώρος της Κύπρου και του Αιγαίου καθώς και ο ηπειρωτικός γεωγραφικός χώρος της Θράκης αποτελούν προνομιακό πεδίο καταγραφής των τεκμηρίων των τεχνικών και των επαγγελμάτων που σχετίζονται με την κατεργασία και τη μορφοποίηση του ξύλου, για λόγους που σχετίζονται με τη γεωγραφική θέση, τη γεωμορφολογία και την ιστορική διαδρομή των περιοχών.


Και οι τρεις περιοχές αποτέλεσαν ανοικτούς χώρους όσμωσης και επαφής διαφορετικών πολιτισμών, στοιχεία των οποίων εντάχθηκαν γόνιμα στην παράδοση και στη ζωή των κατοίκων. Ταυτόχρονα όμως το Αιγαίο και η Κύπρος παρουσιάζουν σημαντικές διαφορές από τη Θράκη και αυτό κυρίως προσδιορίζεται από τη φυσιογνωμία τους και την επάρκεια ή την ανεπάρκεια του υλικού. Στην περίπτωση των νησιών η θάλασσα με τη διπλή της ιδιότητα να χωρίζει και να ενώνει καθόρισε τη ζωή των νησιωτικών κοινωνιών, διότι από τη μία πλευρά αποτελούσε δίαυλο επικοινωνίας και επαφής, από την άλλη όμως όριζε αυστηρά το περίγραμμα στο οποίο έπρεπε να κινηθεί η ζωή των κατοίκων των νησιών. Οι νησιωτικές κοινωνίες λοιπόν ήταν αναγκασμένες από τη φύση τους να συγκεντρώνουν, ακόμη και όταν επρόκειτο για πολύ μικρές πληθυσμιακές συγκεντρώσεις, το σύνολο σχεδόν των επαγγελματικών εξειδικεύσεων των τεχνικών γνώσεων και των υπηρεσιών που ήταν απαραίτητα για την αυτοσυντήρησή του. Η πενία του εδάφους και η έλλειψη εύκολα αποσπώμενων φυσικών πόρων αποτέλεσε έναν ακόμη παράγοντα που ευνόησε την ανάπτυξη των δεξιοτήτων και την επινοητικότητα των κατοίκων.

παρουσία κοινών χαρακτηριστικών και στις τρεις γεωγραφικές περιοχές οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στο κoιvό πoλιτιστικό υπόβαθρo Ελλάδας και Κύπρoυ, τo oπoίo, παρά τις κατά περιόδoυς απoκλίσεις της ιστoρικής διαδρoμής τoυς, αvαπτύχθηκε με τις αμφίδρoμες διαχρovικές επαφές και αvταλλαγές και έφερε πιo κovτά τoυς λαoύς τωv δύo χωρώv, λαoύς με κoιvή γλώσσα, θρησκεία και πίστη σε κoιvές αξίες. Οι oμoιότητες στη λαϊκή καλλιτεχvική έκφραση απηχoύv έvα σύμπλεγμα παραμέτρωv πoυ διαμoρφώθηκαv μέσα από τις διαχρovικές σχέσεις μεταξύ τους, σχέσεις πoυ ήταv άλλoτε περισσότερo κι άλλoτε λιγότερo στεvές.

Χαρακτηριστικό του ξύλου στο μεγαλύτερο τμήμα του νησιωτικού χώρου του Αιγαίου και της Κύπρου ήταν η σπανιότητα. Το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με την απαραίτητη χρήση του στην οικοδομική, την επίπλωση και στα αντικείμενα καθημερινής χρήσης κατά την προβιομηχανική εποχή, εδραίωσε την ανάγκη εύρεσης τρόπων και τεχνικών που θα εξασφάλιζαν την οικονομική χρήση του και θα απέτρεπαν την άσκοπη κατασπατάλησή του. Η πραγματικότητα αυτή επέδρασε στην αρχιτεκτονική φυσιογνωμία των οικισμών, ώθησε στη δημιουργία τεχνικών που αντιμετώπιζαν το ξύλο ως είδος εν ανεπαρκεία, ευνόησε την επινοητικότητα των τεχνιτών, επέτρεψε την αξιοποίηση ειδών ξύλου που θεωρούνταν χαμηλής ή αμφίβολης ποιότητας και σε άλλες περιπτώσεις θα παρέμεναν ανεκμετάλλευτα.

Αντίθετα η Θράκη χαρακτηριζόταν ήδη από την αρχαιότητα ακόμη για τον δασικό πλούτο και την αφθονία της ξυλείας της. Η επάρκεια αυτή της πρώτης ύλης, η ύπαρξη σημαντικών αστικών κέντρων και η αγροτική φυσιογνωμία της περιοχής οδήγησαν σε μία αντίστοιχη, με τις δύο άλλες περιοχές, ανάπτυξη της κατεργασίας του ξύλου και διαμόρφωσαν μια ιδιαίτερη φυσιογνωμία στα σχετικά επαγγέλματα, τα οποία χαρακτηρίζονται από σημαντικό αριθμό επαγγελματιών και έντονη εξειδίκευση.

Παρά τις τοπικές ιδιαιτερότητες και τις επιμέρους διαφορές, η γενική εικόνα που παρουσιάζουν η Θράκη, το Αιγαίο και η Κύπρος είναι κοινή τόσο ως προς τις βασικές κατηγορίες εργαστηρίων όσο και ως προς το είδος των παραγόμενων από ξύλο προϊόντων.

Η συντριπτική πλειοψηφία των εργαστηρίων, που ασκούσαν ή ασκούν επαγγέλματα που σχετίζονται με την κατεργασία του ξύλου με παραδοσιακούς τρόπους, στο Αιγαίο, τη Θράκη και την Κύπρο εντάσσεται στις μικρές επιχειρήσεις, με χειρωνακτική απασχόληση. Η προσωπική συμμετοχή των τεχνιτών στην παραγωγή αποτελεί προϋπόθεση για την επιβίωση και τη λειτουργία τους.

Οι κυριότερες κατηγορίες εργαστηρίων που συναντούνται και στις τρεις γεωγραφικές περιοχές είναι:

  •  Βαρελοποιία
  •  Επιπλοποιία
  •  Σαγματοποιία
  •  Κατασκευαστές αντικειμένων για κάλυψη εργασιών (εργαλεία, αγροτικές ασχολίες κτλ) και οικιακών αναγκών
  •  Ξυλογλυπτική

Για την ξυλογλυπτική ειδικότερα, παρατηρείται πως γνώρισε και γνωρίζει ανάπτυξη και στις τρεις περιοχές. Καθώς είναι τέχνη που υπηρετεί σε μεγάλο βαθμό εκκλησιαστικές ανάγκες, εκφράζει και την κoιvή σε Ελλάδα και Κύπρo βυζαvτιvή παράδoση και τo κoιvό τυπικό της λατρείας. Η τέχvη τoυ ξυλόγλυπτoυ κιvείται παράλληλα σε Ελλάδα και Κύπρo, εvώ τεχvoτρoπία και μoτίβα περvoύv από τηv εκκλησιαστική στηv κoσμική τέχvη, τόσo σε είδη oικιακής χρήσης όσo και στηv παραδoσιακή αρχιτεκτovική.

Η καροποιία είναι μία άλλη κατηγορία που γνώριζε μέχρι πρόσφατα σχετικά (όσο δηλ. ήταν ακόμη συχνά τα κάρα), άνθιση κυρίως στη Θράκη και στην Κύπρο, όπου υπήρχαν περιοχές φημισμένες για την κατασκευή κάρων. Η έρευνα στη Θράκη έδειξε πως παράλληλα υπήρχαν και τοπικές ιδιαιτερότητες (π.χ. σχήμα ορισμένων τμημάτων κάρου) που διαφοροποιούν και διακρίνουν τα κάρα από περιοχή σε περιοχή.

Η παραγωγή ομοειδών κατηγοριών προϊόντων σε Θράκη, Αιγαίο και Κύπρο δηλώνει κοινές ανάγκες και παρόμοιες συνθήκες που οδήγησαν σε αντίστοιχη επεξεργασία του ξύλου. Παρά το κοινό τους σχήμα και χρήση ωστόσο, τα αντικείμενα αυτά διακρίνονται από περιοχή σε περιοχή από τις τοπικές τους ονομασίες, οι οποίες μας σώζονται σε αρκετές περιπτώσεις προσφέροντάς μας μια μικρή γεύση της τοπικής διαλέκτου, ξεχασμένης σήμερα στο μεγαλύτερο μέρος της.